Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018

Γαληνός και ψευδεπίγραφα συγγράμματα κατά την αρχαιότητα



     Στον ελληνορωμαϊκό κόσμο, ιδίως από τον 3ο αιώνα π.Χ. και έπειτα, άρχισαν σταδιακά να κυκλοφορούν ψευδεπίγραφα γραπτά συγγράμματα. Αυτό επικρατούσε κυρίως ανάμεσα στους λογίους των φιλοσοφικών και θρησκευτικών σχολών. Όταν ένας νέος άγνωστος κι επίδοξος φιλόσοφος ή θεολόγος επιθυμούσε να εδραιώσει τις θέσεις του σχετικά με ένα θέμα, έμοιαζε προτιμότερο να το κάνει δίνοντας στο σύγγραμά του το κύρος και την αυθεντία, ενός παρελθοντικού προσώπου που ήταν από όλους αποδεκτό για τις ιδέες του και τις απόψεις του. Έτσι αυτοί οι νέοι και επίδοξοι συγγραφείς οδηγούνταν αναπόφευκτα στην τακτική της πλαστογράφησης. Απέδιδαν στο έργο τους το όνομα μιας κοινά αποδεκτής μορφής, έτσι ώστε το έργο αυτό να διαδοθεί ευκολότερα και κατ΄επέκταση και οι ιδέες που αυτό εκφράζει.

     Το συγκεκριμένο φαινόμενο αφορά άμεσα τις Βιβλικές Σπουδές και την Πατρολογία. Είναι ευρέως αποδεκτό στον επιστημονικό κόσμο, ότι οι 13 επιστολές από τον Κανόνα της Καινής Διαθήκης που αποδίδονται στον Παύλο δεν είναι όλες αυθεντικές, από την γραφίδα του αποστόλου. Σήμερα οι ερευνητές κατηγοριοποιούν σε τρεις ομάδες τις επιστολές αυτές. Τις πρωτοπαύλειες οι οποίες είναι οι εξής εφτά: Προς Ρωμαίους, Α΄και Β΄προς Κορινθίους, Α΄προς Θεσσαλονικείς, προς Γαλάτες, προς Φιλιππησίους και προς Φιλήμονα. Η δεύτερη ομάδα είναι οι δευτεροπαύλειες επιστολές, των οποίων η αυθεντικότητα αμφισβητείται και είναι οι εξής: Β΄προς Θεσσαλονικείς, προς Εφεσίους και προς Κολοσσαείς. Τέλος, οι τριτοπαύλειες ή αλλιώς ποιμαντικές επιστολές: Α΄και Β΄προς Τιμόθεον και προς Τίτον.


     Επιπλέον, σήμερα μας είναι γνωστά πολλά χριστιανικά κείμενα του 1ου, 2ου και 3ου μεταχριστιανικού αιώνα, τα λεγόμενα απόκρυφα, τα οποία είναι όλα ψευδεπίγραφα και μεταγενέστερα της εποχής συγγραφής των κανονικών βιβλίων της Καινής Διαθήκης. Τέτοια είναι για παράδειγμα το Ευαγγέλιο του Θωμά, το Ευαγγέλιο Πέτρου, οι Πράξεις Παύλου, καθώς και η Γ΄προς Κορινθίους επιστολή η οποία εμπεριέχεται στις Πράξεις Παύλου, και δεκάδες άλλα γραπτά κείμενα. Συνεπώς, το φαινόμενο της πλαστογράφησης κειμένων βρισκόταν σε υψηλά επίπεδα την εποχή της συγγραφής των Ευαγγελίων και των επιστολών της Καινής Διαθήκης.

     Στο σημείο αυτό θεωρούμε σκόπιμο και αναγκαίο να παραπέμψουμε στην μικρή πραγματεία-έκθεση του Γαληνού, ενός Έλληνα ιατρού του 2ου αιώνα μ.Χ., δηλαδή μιας εποχής που αφορά άμεσα την έρευνα για τον αρχέγονο Χριστιανισμό. Ο ξακουστός Γαληνός γεννήθηκε (129-199) στην Πέργαμο, γύρισε όλη την τότε Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ώσπου εγκαταστάθηκε στη Ρώμη για να γίνει ο ιδιωτικός ιατρός του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου.



      Ο ίδιος ο Γαληνός μας διηγείται ότι έπεσε θύμα πλαστογράφησης. Έτσι ένιωσε την ανάγκη να γράψει μια μικρή πραγματεία περί αυτού, «Περί των ιδίων βιβλίων». Μας διηγείται λοιπόν ότι βρέθηκε τυχαία στην αγορά της Ρώμης όπου πωλούνταν πολλά βιβλία («..Σανδαλαρίῳ, καθ' ὃ δὴ πλεῖστα τῶν ἐν Ῥώμῃ βιβλιοπωλείων ἐστίν») και δύο άνθρωποι διαφωνούσαν για την αυθεντικότητα ενός έργου προς πώληση, το οποίο αποδιδόταν στον Γαληνό. Το βιβλίο ανέγραφε στον τίτλο «Γαληνός ο ιατρός». Ένας άνθρωπος θέλοντας να ενδιαφερθεί για το θέμα αυτού του βιβλίου θέλησε να διαβάσει τις δύο πρώτες γραμμές του συγγράμματος, για να διαπιστώσει γρήγορα ότι η γλώσσα του συγγράμματος δεν ήταν αυτή του αυθεντικού Γαληνού.

     Ο Γαληνός, λοιπόν, αναφέρει ότι η ραδιουργία της πλαστογράφησης υπήρχε από παλιά, αλλά όχι στα επίπεδα που την συναντούσε κανείς κατά την εποχή του («…ἦρκτο μὲν οὖν ἡ τοιαύτη ῥᾳδιουργία πρὸ πολλῶν ἐτῶν, ἡνίκ' ἔτι μειράκιον ἦν ἐγώ, οὐ μὴν εἰς τοσοῦτόν γ', εἰς ὅσον νῦν ηὔξηται»). Μάλιστα παραδέχεται ότι τα βιβλία του (εννοώντας προφανώς αυτά που κυκλοφορούσαν στις αγορές) έχουν δεχτεί πολλές παρεμβάσεις από τρίτους. Στη συνέχεια ο Γαληνός εξηγεί το πως προέκυψε αυτή η πλαστογράφηση και τις διαδικασίες που συνέβησαν ώστε να εξαλειφθούν οι διαφορές στα κείμενα που κυκλοφορούσαν υπό το όνομά του.

     Από αυτό το ιστορικό γεγονός, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι κάποιες πράξεις πλαστογραφίας, πολλές φορές γίνονταν αντιληπτές ήδη από την αρχαιότητα από ανθρώπους των γραμμάτων. Βέβαια, το γεγονός που εξιστορεί ο Γαληνός δεν μπορεί να είναι ο απόλυτος κανόνας, ούτε κριτήριο, και σίγουρα δεν σημαίνει ότι όλες οι πλαστογραφήσεις ανακαλύπτονταν από όλους τους ανθρώπους κατά την περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητας.

 


ΓΑΛΗΝΟΥ, ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΙΔΙΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ