Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2017

Η περί ικανοποιήσεως της θείας Δικαιοσύνης θεωρία του Άνσελμου και η ανατολική παράδοση





    Αναμφισβήτητα δεν φαντάζει αδιανόητο για έναν σημερινό λόγιο το να ισχυριστεί ότι η Δύση μετά την εποχή του Αυγουστίνου (ίσως και πριν) άρχισε δειλά δειλά να βαδίζει θεολογικά σε άλλον δρόμο. Η Ρώμη ως η πρωτεύουσα της Παλαιάς Αυτοκρατορίας ήταν έντονα επηρεασμένη από τον νομικό πολιτισμό που είχε δημιουργήσει και τις νομικές βάσεις που είχε θέσει όλους τους προγενέστερους αιώνες. 
    Αυτός ο πολιτισμός επηρέασε και την θεολογία. Για τον ιερό Αυγουστίνο η ανθρωπότητα είναι ένοχη διότι όταν πρωτοαμάρτησε ο Αδάμ μαζί του αμάρτησε και όλο το ανθρώπινο γένος. Τέτοιες νομικές θεωρήσεις μπορεί να βρει κανείς αρκετές στο έργο του ιερού πατρός.
     Όσο αφορά το μείζον θέμα και κεφάλαιο της πίστης, δεν εννοούμε άλλο από αυτό της ενσάρκωσης του Λόγου, αυτό το νομικό πνεύμα φτάνει στο αποκορύφωμά του στη Δύση με την θεωρία περί ικανοποιήσεως της θείας Δικαιοσύνης του Ανσέλμου Καντέρμπερι.
     Στο έργο του Cur Deus Homo ο Άνσελμος προσπάθησε να υποστηρίξει με λογικά επιχειρήματα την αναγκαιότητα της ενανθρώπησης του Θεού. Η θεία δικαιοσύνη μετά την πτώση και την αμαρτία της ανθρωπότητας απαιτούσε ικανοποίηση (satisfactio). Ο άνθρωπος ως αδύνατο ον μπροστά στον αΐδιο και παντοδύναμο Θεό αδυνατούσε να εκπληρώσει μόνος του αυτήν την ικανοποίηση, με αποτέλεσμα ο ίδιος ο Θεός να στείλει τον Υιό του (τον Χριστό) στη γη και αυτός να υποστεί την σταύρωση. Κατά αυτόν τον τρόπο η Θεία Δικαιοσύνη θα μπορούσε να λάβει την ικανοποίηση που απαιτούνταν για να επανορθώσει ο άνθρωπος για χάρη του Θεού. 
     Από την άλλη μεριά, στην θεώρηση του Ιωάννη Χρυσοστόμου, ενός ανατολικού άγιου και Πατέρα της Εκκλησίας, παρατηρούμε ένα Θεό πιο σπλαχνικό και πραγματικά Πατέρα. Στην Ε΄ ομιλία του στην Προς Εβραίους επιστολή αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Ὁ οὕτω μέγας, ὁ ὢν ἀπαύγασμα τῆς δόξης, ὁ ὢν χαρακτὴρ τῆς ὑποστάσεως, ὁ τοὺς αἰῶνας πεποιηκὼς, ὁ ἐν δεξιᾷ τοῦ Πατρὸς καθήμενος, οὗτος ἠθέλησε καὶ ἐσπούδασεν ἀδελφὸς ἡμῶν ἐν ἅπασι γενέσθαι, καὶ διὰ τοῦτο ἀγγέλους ἀφῆκε καὶ τὰς ἄνω δυνάμεις, καὶ πρὸς ἡμᾶς κατῆλθε, καὶ ἡμῶν ἐπελάβετο. Σκόπει δὲ καὶ ὅσα εἰργάσατο ἀγαθά· θάνατον ἔλυσε, τοῦ διαβόλου τῆς τυραννίδος ἐξέβαλεν ἡμᾶς, δουλείας ἀπήλλαξεν, ἀδελφὸς γενόμενος ἐτίμησεν».
    Ο Υιός είναι ο μόνος πραγματικά πιστός αρχιερέας της κτίσης: «ἀρχιερεὺς γάρ ἐστι μόνος πιστὸς ὁ Υἱὸς, δυνάμενος τούτους, ὧν ἐστιν ἀρχιερεὺς, ἀπαλλάξαι τῶν ἁμαρτημάτων. Ἵν' οὖν προσενέγκῃ θυσίαν δυναμένην ἡμᾶς καθαρίσαι, διὰ τοῦτο γέγονεν ἄνθρωπος». Ο Θεός προβαίνει στην οικονομία από αγάπη και φιλανθρωπία και αυτή είναι η μόνη αιτία που προβαίνει στην οικονομία αυτή: «Διὰ τοῦτο, φησὶ, τὴν σάρκα ἀνέλαβε τὴν ἡμετέραν, διὰ φιλανθρωπίαν μόνον, ἵνα ἐλεήσῃ ἡμᾶς. Οὐδὲ γάρ ἐστιν ἄλλη τις αἰτία τῆς οἰκονομίας, ἢ μόνη αὕτη· εἶδε γὰρ χαμαὶ ἐῤῥιμμένους, ἀπολλυμένους, ὑπὸ τοῦ θανάτου τυραννουμένους, καὶ ἠλέησεν».



      Οι δύο αυτές διαφορετικές θεολογικές θεωρήσεις της οικονομίας της ενσάρκωσης, του Ανσέλμου και του Ιωάννη Χρυσοστόμου, όταν κοινωνικοποιηθούν και ενταχθούν στον κοινωνικό βίο πολλές φορές υποσυνείδητα ως στάσεις ζωής, θεωρούμε ότι δημιουργούν και διαφορετικούς πολιτισμούς και ανθρώπους. Άλλες δομές. Κρατικές, οικονομικές, κοινωνικές.


Χριστός Ετέχθη.

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017

Ο Thomas F. Torrance περί της ελεύσεως του Χριστού




   Καλά Χριστούγεννα σε όλους τους αναγνώστες. Μιας και τα Χριστούγεννα πλησιάζουν, σκεφτήκαμε να ανεβάσουμε ένα ενδιαφέρον χωρίο από το έργο ενός γνωστού δογματολόγου, του Thomas F. Torrance, περί της έλευσης του Χριστού, που βρήκαμε στο διαδίκτυο. 
     Ο Χριστός δεν ήρθε με δύναμη και δόξα στον κόσμο ως άλλος πολιτικός κοσμικός ηγέτης, αλλά ταπεινωμένος και αδύναμος νικάει πάντα μέσω του Σταυρού και προσκαλεί όλα τα όντα να τον ακολουθήσουν, ει θέλουν, μέχρι την δεύτερη του έλευση, την δεύτερή του παρουσία επί της γης.


"In his first Advent Jesus came not with glory and power but in grace and humiliation. He came in such a way to enter into our guilty human life and to heal it from within by His suffering and death on the Cross. God could have destroyed all evil by a single stroke of his hand, but far from saving or healing man that would have destroyed mankind altogether along with sin and evil. Therefore God took a different course altogether. In His infinite mercy and patience He stooped down in Jesus Christ, and entered into our sinful human life with all its proud self-sufficiency and incurable self-will, and when in enmity against God and in proud rebellion against His grace man crucified Jesus on the Cross, God took that Cross and made it the instrument for the healing of the nations. And so it is by the same Cross preached among all nations that God in Christ patiently seeks and saves the lost. It is because He wants all men to be saved that Christ has planted His Cross in the midst of history and through His Cross is still at work in the midst of history, so that in a very real sense all history is gathered into the passion of Christ. He has postponed His coming in power and glory because He wants to rule over the hearts of men from His Cross; He wants first to meet with every man at His Cross, there to release him from his sin and guilt, there to ask of him the love of his heart, and there to remake him as God’s dear child. But this time which God has given for the preaching of the Gospel to all nations, time for repentance and decision, does not go on for ever. It will have an end, for Jesus Christ will return in power to fulfill what He has promised, to undo the past, and to make all things new".


Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017

Ο Θεοδώρητος Κύρου για τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο




     Η μετάβαση από τον παγανισμό στον Χριστιανισμό δεν ήταν μια απλή υπόθεση. Είναι μία ιστορία γεμάτη περιπέτειες, πάθη, ζήλο, ένταση και φιλονικίες. Δύο διαφορετικές κοσμοθεωρίες με κοινά και σίγουρα πολλές διαφορές τέθηκαν αντιμέτωπες τον 4ο αιώνα μ.Χ. μέσα σε ένα κλίμα αλλαγής και αγωνίας για τους πολίτες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
     Αναμφισβήτητα ο παλαιός παγανισμός είχε χάσει την αίγλη του και πλέον είχε εξελιχθεί σε μια απλή τυπική συνήθεια. Οι πολίτες τιμούσαν τον αυτοκράτορα και τις διάφορες θεότητες περισσότερο νιώθoντας ότι εκτελούν μία πράξη που νοηματοδοτούνταν πρωτίστως ως πολιτικό καθήκον (για την συνοχή και την ευμάρεια της Αυτοκρατορίας) και ως μια παράδοση που συνεχιζόταν για πολλά χρόνια επί πολλών γενεών. Αυτή ακριβώς η πράξη που νοηματοδοτούνταν κατά αυτόν τον τρόπο επέφερε έναν θρησκευτικό κορεσμό. Πλέον οι πολίτες στρέφονταν και σε άλλες πηγές θρησκευτικότητας, βρίσκοντας καταφύγιο στον Χριστιανισμό, τον Μανιχαϊσμό, τον Νεοπλατωνισμό και αλλού.
     Για τους χριστιανούς διανοητές, οι διάφορες αυτές θεότητες που λατρεύονταν από τους παγανιστές θεωρήθηκαν δαίμονες. Κάτι τέτοιο το θεωρούμε λογικό αν κρίνει κανείς βάσει της χριστιανικής ασκητικής διδασκαλίας. Εφόσον κάθε θεότητα του αρχαίου κόσμου εκπροσωπεί πάθη του ανθρώπου, τότε δεν μπορεί παρά να είναι δαίμονας που πλανά και αποπροσανατολίζει τον άνθρωπο προς τον δύσβατο δρόμο προς την σωτηρία του.
      Μία συνήθης τακτική του 4ου και 5ου αιώνα ήταν η μετατροπή των ναών σε εκκλησίες με τον εξαγιασμό των ναών με το σύμβολο του σταυρού να δεσπόζει σε κεντρικό σημείο των ναών, πλέον εκκλησιών. Αρκετές φορές αυτών των μετατροπών προηγούνταν κατεδαφίσεις και λεηλατήσεις των ιερών από τους χριστιανούς, πράξεις που δεν θεωρούνταν αποτρόπαιες αλλά ως πράξεις ανδρείας από τους εκκλησιαστικούς ιστορικούς και τους σύγχρονους χριστιανούς, εφόσον πλέον οι δαίμονες έπαυαν να έχουν δική τους στέγη, δηλαδή ουσιαστικά δική τους δύναμη και ισχύ.


     Ο Θεοδώρητος, επίσκοπος Κύρου τον 5ο αιώνα, αναφέρει αρκετά τέτοια γεγονότα κατεδαφίσεων στην Εκκλησιαστική Ιστορία του, γραμμένη περί το 455. Πέρα από την κάπως υπερβολική ρητορική που μοιάζει να υπάρχει στις διηγήσεις του, ξεκάθαρο είναι ότι τα γεγονότα αυτά αποτιμώνται θετικά. Έτσι ο κάθε επίσκοπος, άγιος ή μη, πέρα από την συγγραφική και την ποιμαντική δραστηριότητα που πιθανώς είχε, έχει ένα ακόμα θετικό σημείο στο βιογραφικό του, αυτό των μετατροπών και των μεταστροφών των πολιτών στον Χριστιανισμό, την αληθή οδό προς την σωτηρία. Παρατηρούμε ότι η προσέγγιση ως προς τις κατεδαφίσεις δεν είναι ηθική.
     Τέτοιους επισκόπους, ο Θεοδώρητος αναφέρει στο 5ο βιβλίο της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, τον Μάρκελο Απάμειας, τον Θεόφιλο Αλεξανδρείας αλλά και τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, ο οποίος σύμφωνα με τον Θεοδώρητο μόλις αντιλήφθηκε την ύπαρξη δαιμονικών τελετών στην Φοινίκη ανέλαβε δράση. Βασιζόμενος σε βασιλικά διατάγματα. συγκέντρωσε μοναχούς που διακατέχονταν από υπερβολικό θρησκευτικό ζήλο και έλαβε οικονομική ενίσχυση από εύπορες και ευσεβείς γυναίκες, πείθοντάς τες για την ιερή ευλογία που θα λάβουν από τον Θεό για μία τέτοια τους ενέργεια. Με αυτόν τον τρόπο προχώρησε σε κατεδαφίσεις ναών, χωρίς ο Θεοδώρητος να αναφέρει παραπάνω λεπτομέρειες για αυτήν την δράση.



  Μαθὼν δὲ τὴν Φοινίκην ἔτι περὶ τὰς τῶν δαιμόνων τελετὰς μεμηνέναι, ἀσκητὰς μὲν ζήλῳ θείῳ πυρπολουμένους συνέλεξε, νόμοις δὲ αὐτοὺς ὁπλίσας βασιλικοῖς κατὰ τῶν εἰδωλικῶν ἐξέπεμψε τεμενῶν. τὰ δὲ τοῖς καταλύουσι τεχνίταις καὶ τοῖς τούτων ὑπουργοῖς χορηγούμενα χρήματα οὐκ ἐκ ταμιείων βασιλικῶν λαμβάνων ἀνήλισκεν, ἀλλὰ τὰς πλούτῳ κομώσας καὶ πίστει λαμπρυνομένας γυναῖκας φιλοτίμως ταῦτα παρέχειν ἀνέπειθε, τὴν ἐκ τῆς χορηγίας φυομένην εὐλογίαν ἐπιδεικνύς. τοὺς μὲν οὖν ὑπολειφθέντας τῶν δαιμόνων σηκοὺς τοῦτον τὸν τρόπον ἐκ βάθρων ἀνέσπασεν.

Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2017

Ο Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός για τον Αθανάσιο Αλεξανδρείας


    

    Στο παρόν άρθρο θα ασχοληθούμε με την περίπτωση του  Ρωμαίου αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη ή Αποστάτη ή κατ΄άλλους Μέγα (331-363 μ.Χ.) και την τέταρτη εξορία του Μ. Αθανασίου.
     Η πολιτική που ακολούθησε ο Ιουλιανός ήταν σχεδόν ασύμμετρη με την εποχή που ζούσε κι αυτό διότι επιχείρησε μία θρησκευτική μεταρρύθμιση σε μια Αυτοκρατορία στην οποία πλέον η πλειονότητα του πληθυσμού αποτελούνταν από χριστιανούς υπηκόους, τουλάχιστον με βεβαιότητα στο ανατολικό της τμήμα. Τα πράγματα είχαν αρχίσει να παίρνουν μία ιστορική καμπή, η οποία ευνοούσε την άνοδο του Χριστιανισμού. Αυτό ακριβώς είχαν αντιληφθεί ο Μ. Κωνσταντίνος και ο διάδοχός του Κωνστάντιος. 
    Ο Ιουλιανός από την άλλη σκόπευσε στην αναβίωση του Ελληνισμού (με τη θρησκευτική σημασία του όρου), στην καταστολή της μαζικής επιρροής του Χριστιανισμού στην κοινωνία, με αναμενόμενο αποτέλεσμα τις εξάρσεις κρουσμάτων βίας και σύγκρουσης. Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ερμείας Σωζομενός μας πληροφορεί εκτενέστατα σχετικά με αυτά τα κρούσματα, στον Ε΄ Τόμο της «Εκκλησιαστικής Ιστορίας».
    Παρά την επιθυμία του να παραμείνει κρυφή η αντιπάθειά του προς τους χριστιανούς, στην επιστολή του υπ΄αριθμόν 112, ο Ιουλιανός διατάσσει με φθόνο την εξορία και τη δίωξη κατά του επισκόπου Αθανασίου Αλεξανδρείας. Πιο συγκεκριμένα η επιστολή 112 απευθύνεται προς τον Έπαρχο της Αιγύπτου Εκδίκιο, στον οποίο ο Ιουλιανός διατάσσει την εξορία του Μεγάλου Αθανασίου, αποκαλώντας τον χαρακτηριστικά «εχθρό των θεών».
      Προφανώς ο Μ. Αθανάσιος, ως βαρυσήμαντη μορφή της Εκκλησίας τον 4ο αιώνα μ.Χ., μετέστρεφε πολλούς πολίτες από τον παγανισμό στον Χριστιανισμό, βαπτίζοντάς τους και μυώντας τους στην χριστιανική πίστη, κάτι που δεν άρεσε στον αυτοκράτορα Ιουλιανό, οπότε και τελικώς επήλθε η τέταρτη εξορία του από την Αίγυπτο. 






Ιουλιανού, Επιστολή 112. Ἐκδικίῳ ἐπάρχῳ Αἰγύπτου 


«Ὄμνυμι δὲ τὸν μέγαν Σάραπιν ὡς, εἰ μὴ πρὸ τῶν Δεκεμβρίων καλανδῶν ὁ θεοῖς ἐχθρὸς Ἀθανάσιος ἐξέλθοι ἐκείνης (εννοεί της Αλεξάνδρειας), μᾶλλον δὲ καὶ πάσης τῆς Αἰγύπτου, τῇ ὑπακουούσῃ σοι τάξει προστιμήσαιμι χρυσοῦ λίτρας ἑκατόν· … Μὰ τοὺς θεοὺς πάντας οὐδὲν οὕτως ἂν ἴδοιμι,μᾶλλον δὲ ἀκούσαιμι ἡδέως παρὰ σοῦ πραχθέν, ὡς Ἀθανάσιον ἐξεληλαμένον τῶν τῆς Αἰγύπτου τόπων, τὸν μιαρόν, ὃς ἐτόλμησεν Ἑλληνίδας ἐπ' ἐμοῦ γυναῖκας τῶν ἐπισήμων βαπτίσαι. Διωκέσθω»